Τα ινομυώματα (ονομάζονται και λειομυώματα) εμφανίζονται περισσότερο σε νεαρές γυναίκες αναπαραγωγικής ηλικίας, ενώ μετά την εμμηνόπαυση υποστρέφουν, δηλαδή μειώνονται σε μέγεθος.
Αποτελούν τους πιο συχνούς καλοήθεις όγκους της μήτρας, οι οποίοι σε ποσοστό μικρότερο του 1% μπορούν να εξελιχθούν σε κακοήθεια.
Το εύρος των διαστάσεων τους ποικίλει, από πολύ λίγα εκαταστά εώς και ινομυώματα που καταλαμβάνουν ολόκληρη την περιτοναϊκή κοιλότητα.
Υπάρχουν διαφορετικοί τύποι ινομυωμάτων ανάλογα με τη θέση που αναπτύσονται.Έτσι έχουμε τα υπορογόνια που βρίσκονται στην εξωτερική επιφάνεια της μήτρας, τα ενδοτοιχωματικά και τα υποβλενογόνια, τα οποία προβάλουν μέσα στην ενδομητρική κοιλότητα.
Ένα υποβλενογόνιο μισχωτό ινομύωμα είναι δυνατόν να προβάλει από τον τράχηλο της μήτρας (τεχθέν ινομύωμα).
Τα αίτια που τα προκαλούν είναι άγνωστα.Πιστεύεται πως παίζει κάποιο ρόλο η κληρονομική προδιάθεση.Πολλές μελέτες καταδεικνύουν και την ορμονική τους εξάρτηση, την οιστρογονική.
Γι’αυτό το λόγο εμφανίζονται σε άτομα αναπαραγωγικής ηλικίας, αυξάνονται σε μέγεθος κατά την εγκυμοσύνη και συρρικνώνονται κατά την εμμηνόπαυση.
Τα κλινικά τους συμπτώματα είναι διάφορα.
Το κυριότερο είναι οι μηνορραγίες και οι μητρορραγίες, οι γυναίκες παρατηρούν κολπική αιμόρροια εκτός των ημερών του κύκλου τους.
Αν η απώλεια αίματος είναι μεγάλη ή τα επεισόδια συχνά μπορεί οι γυναίκες αυτές να παρουσιάσουν αναιμία.
Άλλο κύριο γνώρισμα είναι το χρόνιο κοιλιακό άλγος και το αίσθημα βάρους στο υπογάστριο.
Ο πόνος αυτός μπορεί να εκδηλωθεί ως δυσμηνόρροια (πόνος στις μέρες της περιόδου), είτε ως δυπαρεύνια (πόνος κατά την σεξουαλική επαφή).
Άλλες φορές ο πόνος μπορεί να είναι διαξιφιστικός, αυτό συμβαίνει όταν το ινομύωμα φλεγμαίνει ή εκφυλίζεται.
Ανάλογα τη θέση του και το μέγεθός του μπορεί να προκαλέσει δυσουρικά ενοχλήματα, σε περίπτωση πίεσης της ουροδόχου, δυσκοιλιότητα, αν πιέζει το παχύ έντερο, αλλά και αγγειακά προβλήματα όταν πιέζει τα πυελικά αγγεία.
Πρέπει βέβαια να αναφερθεί ότι ένα μεγάλο ποσοστό γυναικών δεν παρουσιάζει καμία συμπτωματολογία.
Τα ινομυώματα είναι δυνατόν να παίζουν ρόλο και στην γονιμότητα μιας γυναίκας μειώνοντας την.
Αυτό συμβαίνει όταν πιέζουν τις σάλπιγγες εξωτερικά ή όταν προβάλουν μέσα στην ενδομητρική κοιλότητα.
Σε ένα ποσοστό περίπου 10% ευθύνονται για τις καθ΄έξιν αποβολές.
Η διάγνωσή τους γίνεται από την κλινική εικόνα της γυναίκας και την φυσική εξέταση, δηλαδή την ψηλάφηση της κοιλιάς και την αμφίχειρη γυναικολογική εξέταση. Πρώτη εξέταση επιλογής είναι ο γυναικολογικός υπέρηχος.
Η αντιμετώπιση των ινομυωμάτων ποικίλει ανάλογα με τη θέση, τον τύπο, το μέγεθος τους, τη συμπτωματολογία της γυναίκας και την ηλικία της.
Η αφαίρεση τους με βάση τα πραπάνω κριτήρια μπορεί να γίνει λαπαροτομικά, λαπαροσκοπικά ή υστεροσκοπικά.
Δεν υπάρχει φαρμακευτική αγωγή για την πλήρη αφαίρεση τους. Πολλές φορές χορηγούνται GnRH ανάλογα προεγχειρητικά προκειμένου να μειωθούν σε μέγεθος.